Συντονιστική Επιτροπή Ελευθέρων Επαγγελματιών-Επιστημόνων-Επαγγελματοβιοτεχνών-Εμπόρων

 

ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΑ ΝΕΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

Με τα νέα φορολογικά μέτρα η Κυβέρνηση δεν καταπολεμά τη φοροδιαφυγή. Προστατεύει τους λίγους, τα μεγάλα εισοδήματα, σε βάρος των πολλών.

Με την εισαγωγή φορολογητέου τεκμαρτού εισοδήματος, με τη  φορολόγηση δηλαδή εισοδήματος που δεν έχει αποκτηθεί οδηγείται σε αφανισμό μεγάλο τμήμα ελευθέρων επαγγελματιών, επιστημόνων και μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Αντί η Κυβέρνηση να μας στηρίξει, μας δίνει τη χαριστική βολή.

Η Κυβέρνηση δείχνει ότι αγνοεί την πραγματικότητα που βιώνει η πλειοψηφία των ελευθέρων επαγγελματιών, των επιστημόνων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, μετά από την υπερδεκαετή οικονομική και κοινωνική κρίση, λόγω μνημονίων, πανδημίας, ενεργειακής κρίσης, ακρίβειας και πληθωρισμού.

Αγνοεί τα στοιχεία που η ίδια διαθέτει και τα οποία αποδεικνύουν ότι ένα σημαντικό τμήμα του ενεργού δυναμικού της ελληνικής οικονομίας, της μεσαίας τάξης αδυνατεί   να ανταποκριθεί σε βασικές του υποχρεώσεις, έχει σημαντικές οφειλές προς το Δημόσιο, τις Τράπεζες, τα Ασφαλιστικά Ταμεία και έχει απωλέσει ρυθμίσεις οφειλών με άμεσο κίνδυνο την επιβολή καταδιωκτικών μέτρων εις βάρος του.

Η Κυβέρνηση μάλιστα, προκειμένου να στηρίξει την φοροεισπρακτική της πολιτική, χαρακτηρίζει συλλήβδην όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες ως φοροφυγάδες και μεταφέρει τη λογική «του νόμου Κατρούγκαλου» στη φορολόγηση, χωρίς να ξεχνάμε και την πρόσφατη υπέρογκη αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών που η ίδια επέβαλε. 

Ταυτόχρονα,  επιχειρεί να ταυτίσει τους ελεύθερους επαγγελματίες με τους μισθωτούς, ενώ γνωρίζει ότι πρόκειται για διαφορετικές κατηγορίες, όπως έχει κρίνει, άλλωστε, και το ΣτΕ (αποφάσεις 1880 και 1888/2019), δεν έχουν το αφορολόγητο εισόδημα ούτε τις εκπτώσεις και τις απαλλαγές των μισθωτών. Παράλληλα, για τον προσδιορισμό του τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος χρησιμοποιείται, όχι ο καθαρός φορολογητέος μισθός του μισθωτού αλλά ο μικτός μισθός, συνυπολογιζομένων και των ασφαλιστικών εισφορών. 

Περαιτέρω, το τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα προσαυξάνεται αφενός με βάση το χρόνο άσκησης του επαγγέλματος και αφετέρου σωρευτικά με βάση το ετήσιο κόστος μισθοδοσίας και με βάση συντελεστή όταν ο ετήσιος τζίρος είναι μεγαλύτερος από τον μέσο όρο του ετήσιου τζίρου του ΚΑΔ. Το τελευταίο έχει ως αποτέλεσμα να μην αναγνωρίζονται πραγματοποιηθέντα επαγγελματικά έξοδα, μέτρο βαθύτατα αντιαναπτυξιακό και ενισχυτικό της φοροδιαφυγής.

Η επίκληση ότι τα τεκμήρια είναι μαχητά, είναι προσχηματική και δεν  αντέχει σε κριτική, αφενός γιατί αφορούν συγκεκριμένες μόνο κατηγορίες και αφετέρου διότι τυχόν προσπάθεια αμφισβήτησής τους, δικαστικά ή διοικητικά, καθίσταται στην πράξη, όπως έχει αποδειχθεί στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, αλυσιτελής.

Η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής προϋποθέτει έναν ουσιαστικό διάλογο μεταξύ όλων των φορέων, με στόχο ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα που θα λαμβάνει υπόψιν τις πραγματικές συνθήκες ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και τις ιδιαιτερότητες κάθε επαγγέλματος και θα έχει ως βάση τη συνεισφορά εκάστου στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις πραγματικές δυνάμεις του και όχι με «τεκμαρτά» απολύτως ανύπαρκτα εισοδήματα.

 

Η Κυβέρνηση επιστρατεύει αναχρονιστικές, άδικες και ισοπεδωτικές μεθόδους καταπολέμησης της φοροδιαφυγής την ίδια στιγμή που επαίρεται ότι έχει στη διάθεσή της νέα εργαλεία ελέγχου (έμμεσες τεχνικές ελέγχου, mydata, σύνδεση ταμειακών μηχανών με Υπουργείο Οικονομικών, εγκατάσταση POS κλπ) ομολογώντας με αυτό τον τρόπο την αποτυχία εφαρμογής τους.

 

Την ίδια μάλιστα στιγμή που εφαρμόζει αυτήν την φοροεπιδρομή ενάντια στους ελεύθερους επαγγελματίες, τους επιστήμονες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αφήνει στο απυρόβλητο τις εταιρίες που εμφανίζουν ζημιές για πολλά χρόνια, καθώς επίσης και τομείς όπως, επί παραδείγματι, τα καύσιμα, τα μερίσματα και η συγκέντρωση κεφαλαίου.

 

Εκφράζουμε την έντονη αντίδρασή μας στα προωθούμενα φορολογικά μέτρα.

Για όλους εμάς το ζήτημα αυτό αποτελεί ζωτικής σημασίας ζήτημα για την ύπαρξή μας και την αξιοπρέπειά μας και ως εκ τούτου είναι αδιαπραγμάτευτο. 

Η αντίδρασή μας θα είναι έντονη, μαζική και διαρκής. Ο καθένας ας αναλάβει τις ευθύνες του.

Ιδιοκτήτης / τρια Κέντρου Ξένων Γλωσσών